Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ελληνική Δικαιοσύνη
|
---|
|
|
|
|
|
|
|
της συνταγματικότητας των νόμων |
Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο είναι ένα ειδικό δικαστήριο. Προβλέπεται από το άρθρο 100 του Συντάγματος και έχει ειδική αρμοδιότητα να κρίνει το κύρος των βουλευτικών εκλογών, την έκπτωση βουλευτή από το αξίωμά του ή να αίρει συγκρούσεις μεταξύ των τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας. Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο δεν πρέπει να συγχέεται με το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 86 του Συντάγματος που δικάζει υποθέσεις ποινικής ευθύνης Υπουργών. Οι αποφάσεις του ΑΕΔ είναι τελεσίδικες και αμετάκλητες, δεν μπορούν δηλαδή να προσβληθούν με κανένα ένδικο μέσο.
[Επεξεργασία] Σύνθεση
Συγκροτείται από τους Προέδρους των τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας (Αρείου Πάγου, Συμβουλιου της Επικρατείας και Ελεγκτικού Συνεδρίου), τέσσερις Αρεοπαγίτες και τέσσερις Συμβούλους Επικρατείας, ενώ για δύο από τις έξι κατηγορίες υποθέσεων στη σύνθεση συμετέχουν και δύο τακτικοί καθηγητές νομικών μαθημάτων των νομικών σχολών των πανεπιστημίων της Χώρας. Πρόεδρος ορίζεται ο αρχαιότερος μεταξύ των Προέδρων του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας.
[Επεξεργασία] Αρμοδιότητα
Οι αρμοδιότητες του ΑΕΔ ορίζονται περιοριστικά στο άρθρο 100 του Συντάγματος και είναι οι εξής:
[Επεξεργασία] Έλεγχος του κύρους βουλευτικών εκλογών και δημοψηφισμάτων (περ. α΄ και β΄)
Το ΑΕΔ είναι αποκλειστικά αρμόδιο να ελέγχει το κύρος των βουλευτικών εκλογών. Μετά την ανακοίνωση των επίσημων αποτελεσμάτων των εκλογών από την Ανώτατη Εφορευτική Επιτροπή μπορεί κάθε πολίτης που έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει ένσταση κατά των αποτελεσμάτων. Οι ενστάσεις αυτές είναι δύο ειδών. Αφορούν είτε τη διαδικασία των εκλογών (ορθή διεξαγωγή, καταμέτρηση των ψήφων, κατανομή των εδρών κλπ.) είτε την ανακήρυξη των βουλευτών. Στη δεύτερη περίπτωση το δικαστήριο κρίνει αν συντρέχουν τα νόμιμα προσόντα ή τα κωλύματα των άρθρων 55 παρ. 1 και 56 του Συντάγματος στο πρόσωπο κάποιου εκλεγέντος βουλευτή. Νόμιμα προσόντα είναι η ελληνική υπηκοότητα, η ικανότητα του εκλέγειν (μη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων) και η συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας. Τα κωλύματα ορίζονται στο άρθρο 56 και διακρίνονται σε σχετικά (κώλυμα εντοπιότητας, που κωλύει την εκλογή σε ορισμένη εκλογική περιφέρεια) και απόλυτα (π.χ. μη προηγούμενη παραίτηση στρατιωτικού, που κωλύει την εκλογή του σε όλες τις περιφέρειες). Αντίστοιχα ισχύουν για τον έλεγχο του κύρους δημοψηφισμάτων.
Το ΑΕΔ είναι αρμόδιο για τον έλεγχο του κύρους μόνο των βουλευτικών εκλογών. Ο έλεγχος του κύρους των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών γίνεται από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια (Διοικητικό Πρωτοδικείο).
[Επεξεργασία] Κρίση για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή (περ. γ΄)
Το ΑΕΔ είναι επισης αρμόδιο να κρίνει αν συντρέχει κάποιο από τα ασυμβίβαστα του άρθρου 57 του Συντάγματος στο πρόσωπο κάποιου βουλευτή ή αν κάποιος βουλευτής εκπίπτει από το βουλευτικό αξίωμα κατά το άρθρο 55 παρ. 2. Βουλευτής εκπίπτει αυτοδικαίως από το αξίωμά του, αν στερηθεί την ελληνική υπηκοότητα ή αν στερηθεί το δικαίωμα του εκλέγειν (καταδίκη σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων). Ασυμβίβαστα με το αξίωμα του βουλευτή είναι μεταξύ άλλων η άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος (μετά την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση) ή η συμμετοχή σε εταιρεία που αναλαμβάνει προμήθειες του Δημοσίου. Η διαφορά των ασυμβιβάστων από τα κωλύματα είναι ότι τα τελευταία αποκλείουν την απόκτηση της ιδιότητας του βουλευτή ενώ τα πρώτα αποκλείουν τη διατήρησή της (μπορεί να ανακύψουν δηλαδή και μεταγενέστερα των εκλογών).
[Επεξεργασία] Άρση συγκρούσεων αρμοδιότητας δικαστηρίων (περ. δ΄)
Το ΑΕΔ είναι αρμόδιο να αίρει οριστικά συγκρούσεις αρμοδιότητας μεταξύ των τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας ή μεταξύ διοικητικών αρχών και δικαστηρίων. Η περίπτωση αυτή αφορά κυρίως υποθέσεις, όπου δύο διαφορετικά δικαστήρια διαφορετικών κλάδων είτε κηρύσσουν εαυτά αμφότερα αρμόδια (καταφατική σύγκρουση) είτε αμφότερα αναρμόδια (αρνητική σύγκρουση). Οι κλάδοι της δικαιοσύνης στην Ελλάδα είναι τρεις:
- Η πολιτική δικαιοσύνη
- Η ποινική δικαιοσύνη
- Η διοικητική δικαιοσύνη
Πρόβλημα σύγκρουσης μεταξύ πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης δεν μπορεί να υπάρξει και λόγω της φύσης των διαφορών και επειδή ανώτατο δικαστήριο και στους δύο αυτούς κλάδους είναι ο Άρειος Πάγος. Το πρόβλημα ανακύπτει κυρίως μεταξύ πολιτικής και διοικητικής δικαιοσύνης. Οι νόμοι ορίζουν ποιες υποθέσεις υπάγονται σε ποιον κλάδο. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις οριακές, όπου δεν είναι σαφές ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο. Οι αποφάσεις του ενός κλάδου δε δεσμεύουν τον άλλο και το δικαστήριο του ενός κλάδου δεν παραπέμπει την υπόθεση στα δικαστήρια του άλλου, απλώς κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο και απορρίπτει το ένδικο βοήθημα (αγωγή, προσφυγή). Έτσι θα είχαμε το άτοπο π.χ. σε μια υπόθεση να κηρύσσουν εαυτούς αναρμοδίους και ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας, με αποτέλεσμα ο πολίτης να στερείται το δικαίωμα προσφυγής στα δικαστήρια. Αντίστροφα θα είχαμε το άτοπο και το Συμβούλιο της Επικρατείας και ο Άρειος Πάγος να εκδικάζουν την ίδια ακριβώς υπόθεση, με τον κίνδυνο να καταλήξουν σε αντιφατικές αποφάσεις. Τα ίδια ισχύουν και για τη σύγκρουση αρμοδιότητας μεταξύ Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλου ανωτάτου δικαστηρίου. Για την άρση τέτοιου είδους συγκρούσεων προβλέπεται η παραπομπή της υπόθεσης στο ΑΕΔ, το οποίο και αποφαίνεται οριστικά ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο.
Στην περίπτωση αυτή στη σύνθεση του ΑΕΔ συμμετέχουν και δύο τακτικοί καθηγητές Νομικής σε ελληνική νομική σχολή.
[Επεξεργασία] Έλεγχος συνταγματικότητας και άρση αντιφατικών αποφάσεων (περ. ε΄)
Στην Ελλάδα ισχύει ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων: κατά το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος "Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα". Αντίστροφα όμως η μη εφαρμογή ενός νόμου από ένα δικαστήριο ως αντισυνταγματικού δεν επηρεάζει το κύρος του (δεν τον ακυρώνει τυπικά) ούτε δεσμεύει τα άλλα δικαστήρια: άλλο δικαστήριο μπορεί να κρίνει ότι ο νόμος είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα και να τον εφαρμόσει. Εντός του ίδιου κλάδου της δικαιοσύνης το πρόβλημα επιλύεται κατά κανόνα με απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου του οικείου κλάδου, η οποία δε δεσμεύει μεν τυπικά τα κατώτερα δικαστήρια σε άλλες υποθέσεις, έχει όμως βαρύνουσα σημασία, αφού κάθε αντίθετη απόφαση κατωτέρου δικαστηρίου θα ανατραπεί από το ανώτατο δικαστήριο.
Πρόβλημα ανακύπτει αν ανώτατα δικαστήρια εκδώσουν αντίθετες αποφάσεις για τη συταγματικότητα ενός νόμου. Παρόμοιο είναι και το πρόβλημα, αν τα ανώτατα δικαστήρια ερμηνεύσουν αντιφατικά τον ίδιο νόμο, ακόμη κι αν δεν τίθεται ζήτημα συνταγματικότητας. Για να αρθεί η σύγκρουση παραπέμπεται η υπόθεση στο ΑΕΔ, το οποίο αποφαίνεται οριστικά είτε για τη συνταγματικότητα είτε για την αληθή έννοια ενός νόμου. Ειδικά για τη συνταγματικότητα, αν το ΑΕΔ κρίνει ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός, κατ’ εξαίρεσιν ο νόμος καθίσταται γενικώς και για όλους ανίσχυρος. Αυτή είναι η μόνη περίπτωση όπου δικαστήριο μπορεί να ακυρώσει νόμο ψηφισμένο από τη Βουλή.
Και στην περίπτωση αυτή συμμετέχουν στη σύνθεση του ΑΕΔ και δύο τακτικοί καθηγητές Νομικής σε ελληνική νομική σχολή.
[Επεξεργασία] Άρση αμφισβήτησης για "γενικώς παραδεδεγμένο κανόνα Διεθνούς Δικαίου" (περ. στ΄)
Αυτή είναι η πιο σπάνια περίπτωση αρμοδιότητας του ΑΕΔ. Κατά το Σύνταγμα (άρθρο 28 παρ. 1), οι "γενικώς παραδεδεγμένοι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου [...] αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου". Τέτοιοι κανόνες είναι κανόνες διεθνούς εθιμικού δικαίου, κανόνες δηλαδή άγραφοι που εφαρμόζονται από όλα τα κράτη με συνείδηση δικαίου (με την πεποίθηση ότι είναι δεσμευτικοί). Αυτοί οι κανόνες, όπως και οι Διεθνείς Συμβάσεις έχουν άμεση εφαρμογή στην Ελλάδα και υπερισχύουν των εσωτερικών νόμων. Επειδή όμως οι γενικώς παραδεδεγμένοι κανόνες είναι άγραφοι, ενδέχεται να δημιουργηθεί αμφισβήτηση μεταξύ των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας αν κάποιος κανόνας είναι "γενικώς παραδεδεγμένος". Αυτή η αμφισβήτηση αίρεται τότε από το ΑΕΔ.
[Επεξεργασία] Σχετικά άρθρα
Συνταγματικό δικαστήριο
Έλεγχος συνταγματικότητας των νόμων
Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο
Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο