Κληρικαλισμός
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ως κληρικαλισμός, κληρικισμός, κληρικοκρατία ή κληροκρατία περιγράφεται η τάση του εκκλησιαστικού κλήρου να ασκεί επιρροή και να υπεισέρχεται καταχρηστικώς σε θέματα του δημοσίου, πολιτικού, κοινωνικού, πολιτιστικού ή ιδιωτικού βίου, επιβάλλοντας με την επιρροή του συγκεκριμένους χειρισμούς. Περιγράφει επίσης την τακτική υποστήριξης της ισχύος ή των απόψεων του κλήρου της Εκκλησίας είτε από τον ίδιο τον κλήρο είτε από άλλους υποστηρικτές του. Επίσης, έχει χρησιμοποιηθεί παρόμοια ο όρος εκκλησιολατρεία.
Ομοίως, ο όρος παπαδοκρατία προσδιορίζει την απόλυτη κυριαρχία του κλήρου στον λαό.
[Επεξεργασία] Βιβλιογραφία
- Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη, 1998, Κέντρο Λεξικολογίας.
- Μείζον Ελληνικό Λεξικό, Τεγόπουλος-Φυτράκης, 1997, Εκδ. Αρμονία.
- Microsoft Encarta 2006 Dictionary, 1993-2005, Microsoft Corporation.
[Επεξεργασία] Βλέπε επίσης
- Αντικληρικαλισμός
- Θεοκρατία
- Εκκοσμίκευση